Οι κοινωνικές επιχειρήσεις (SE) είναι οι κινητήριες δυνάμεις της κοινωνικής αλλαγής που λειτουργούν με βάση βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα, παρέχοντας αγαθά/υπηρεσίες για την αγορά με επιχειρηματικό και καινοτόμο τρόπο και χρησιμοποιώντας τα κέρδη πρωτίστως για την επίτευξη των κοινωνικών στόχων (ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Κοινωνική Επιχειρηματικότητα (SBI). Το δυναμικό της ΣΔ να προωθήσει περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και να δημιουργήσει ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, αντιμετωπίζοντας παράλληλα μείζονες κοινωνικές προκλήσεις, αναγνωρίζεται ευρέως, ιδίως μετά την έγκριση της SBI της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2011. Με βάση τα ανωτέρω, πολλές ευρωπαϊκές περιφέρειες έχουν δρομολογήσει τα τελευταία χρόνια πρωτοβουλίες για την προώθηση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Ωστόσο, το τρέχον ζήτημα αφορά τον τρόπο αποτελεσματικής προώθησης της ανταγωνιστικότητας της SE που ήδη ανταγωνίζεται στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ανάγκες στήριξής τους διαφέρουν από τις συνήθεις ΜΜΕ. Στην πραγματικότητα, οι πολιτικές στήριξης των επιχειρήσεων της SE εξακολουθούν να είναι σπάνιες και, όταν είναι διαθέσιμες, κατακερματισμένες μεταξύ των δημόσιων αρχών. Η πρόκληση αυτή παρακίνησε τους εταίρους της RaiSE να συμμετάσχουν σε συνεργασία και διαπεριφερειακές ανταλλαγές για να ενισχύσουν τις περιφερειακές πολιτικές στήριξης της SE για την προώθηση της ανταγωνιστικότητας, τη διευκόλυνση της πρόσβασης στις αγορές, καθώς και τη χρηματοδότηση και την καινοτομία. 6 περιφέρειες, με υφιστάμενη βάση της ΣΟ αλλά ποικίλα πλαίσια πολιτικής, ενώνουν τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κοινής πρόκλησης. Πολλές δραστηριότητες διαρθρώθηκαν στη φάση 1 για την προώθηση της ενεργού διαπεριφερειακής ανταλλαγής και της αποτελεσματικής συμμετοχής των περιφερειακών ενδιαφερόμενων μερών για την από κοινού ανάπτυξη περιφερειακών σχεδίων δράσης, καθώς και για τη διάδοση σε ολόκληρη την ΕΕ. Τα σχέδια θα πρέπει να επιφέρουν βελτιώσεις στα επιλεγέντα μέσα πολιτικής, παρέχοντας νέες και βελτιωμένες υπηρεσίες, περαιτέρω εξειδίκευση των υποδομών κατάρτισης και στήριξης, νέα χρηματοδότηση για τη συνεργασία και τις επιχειρήσεις κ.λπ. Θα πρέπει επίσης να οδηγήσουν σε καλύτερη διακυβέρνηση, με τη συμμετοχή πολλών ενδιαφερόμενων μερών στην ανάπτυξη και εφαρμογή πολιτικών. Η ανάπτυξη των AP θα παρακολουθείται μέσω της δεύτερης φάσης σε διάστημα δύο ετών. Συνολικά, η διάρκεια του έργου είναι 54 μήνες.